(Κέρκυρα 1785-1869)

moustoxidis1Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 6 Ιανουαρίου 1785. Σε ηλικία δεκαπέντε χρονών πήγε στην Ιταλία και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβα, όπου το 1805 πήρε το τίτλο του Διδάκτορα. Το 1804 δημοσίευσε την πρώτη του ιστορική πραγματεία με τίτλο «Σημειώσεις για την Κερκυραϊκή Ιστορία από τους ηρωικούς χρόνους ως το τέλος του 12ου αιώνα». Η σπάνια επίδοση του στη Ιστορία και στη Φιλολογία προσέλκυσε τον θαυμασμό των διασημότερων ιταλών λογίων και ποιητών της εποχής του. Το 1805 ονομάστηκε μέλος της «Αρχαιολογικής Εταιρείας» της Φλωρεντίας και της «Φλωρεντιανής Ακαδημίας». Επέστρεψε στην Κέρκυρα όπου άρχισε να διδάσκει Φιλολογία, Ιταλικά και Λατινικά στη Σχολή Τενέδου. Συγχρόνως δημοσίευσε Ιστορικές μελέτες  για την ιδιαίτερη πατρίδα του την Κέρκυρα. Για την δραστηριότητά του αυτή τιμήθηκε από την Γερουσία της Επτανήσου με το αξίωμα του Ιστοριογράφου των Ιονίων Νήσων. Το 1808 έγινε μέλος της Ιόνιας Ακαδημίας και το 1812, με την ανακάλυψη και δημοσίευση του «Περί Αντιδόσεως» λόγου του Ισοκράτη, τιμήθηκε από τον επιστημονικό κόσμο της Ευρώπης με την εκλογή του ως μέλος της Ακαδημιών και Ανωτάτων Πνευματικών Ιδρυμάτων.

Όταν η Κέρκυρα περιήλθε στα χέρια των Γάλλων έφυγε στην Ιταλία για δεύτερη φορά.
Εκεί το 1811 και 1814 εξέδωσε δύο τόμους των ιστορικών του μελετών με το τίτλο Illustazioni Corciresi. Έγινε μέλος της Αυτοκρατορικής Ακαδημίας των Παρισίων, των Βασιλικών Ακαδημιών του Βερολίνου, του Μονάχου, του Τορίνο και της Ουίλνης. Επισκέφθηκε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις στη Γερμανία, Ελβετία, Ιταλία όπου μελέτησε πολλές Ιστορικές πηγές και χειρόγραφα. Στη Ζυρίχη συναντήθηκε με τον Καποδίστρια. Η φιλία και η συνεργασία των δύο ανδρών ήταν πολύ μεγάλη και εποικοδομητική για το Έθνος, όπως φαίνεται και από την αλληλογραφία του Καποδίστρια. Μετά την περιοδεία του αυτή εξέδωσε διατριβή «περί των τεσσάρων ίππων της του Αγίου Μάρκου εν Ενετία Μητρόπολης». Το 1816 εξέδωσε τους βίους του Ανακρέοντος και του Αισχύλου. Η εγκατάλειψη της Πάργας από τους Άγγλους και η παράδοση της στον Αλή Πασά το 1819, δεν τον άφησε ασυγκίνητο. Δημοσίευσε  ένα έργο στο Παρίσι με τίτλο «΄Εκθεσις των γεγονότων, τα οποία προηγήθησαν και ακολούθησαν την εκχώρησιν της Πάργας». Στο έργο αυτό περιέγραψε με συγκινητικό τρόπο τα γεγονότα που συνόδευσαν αυτή την καταστροφή.  Το έργο δημοσιεύθηκε με ψευδώνυμο, όμως το όνομα του συγγραφέα έγινε γρήγορα γνωστό και ο Άγγλος αρμοστής Μέτλαντ τον εξόρισε από την Κέρκυρα. Η ειρωνεία είναι ότι την ίδια εποχή τιμήθηκε με το παράσημο του τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου από τον βασιλιά της Αγγλίας.

Φεύγοντας από την Κέρκυρα διορίστηκε γραμματέας της ρωσικής πρεσβείας του Τορίνο, στα τέλη του 1820. Έλαβε μάλιστα και το παράσημο των Αγίων Μαυρικίου και Λαζάρου από τον Βασιλέα του Πεδεμοντίου.

Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, ο Μουστοξύδης την εξύμνησε σε ιταλικούς στίχους και άρθρα, ενώ ανέλαβε το κοπιώδες  έργο να πληροφορεί την Ευρώπη περί των ανδραγαθημάτων των Ελλήνων αγωνιστών.

 

Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας κλήθηκε από τον Καποδίστρια να επιστρέψει στην πατρίδα και ανέλαβε τη διεύθυνση της σχολής της Αίγινας, και την οργάνωση της εκπαίδευσης γενικότερα. Τον Οκτώ­βριο του 1829, διορίστηκε Διευθυντής και Έφορος του Εθνικού Μουσείου της Αίγινας του πρώτου μουσείου της Ελλάδος με το ψήφισμα αρ.49

 

Συνεργάστηκε στενά  με τον Καποδίστρια σε όλους τους  πνευματικούς τομείς της χώρας. Ανέλαβε την διεύθυνση της εφημερίδας «Αιγιναίας» καθώς και της εφημερίδος Le Courrier de la Greece «ο Ελληνικός Ταχυδρόμος».

Η πολυμάθεια του και η ευρύτητα των γνώσεων του είχε ως αποτέλεσμα να γίνει μέλος του Instituto di Corrispondenza Archeologica της Ρώμης.

Μία από τις πρώτες μέριμνες του Μουστο­ξύδη ήταν η σύνταξη αρχαιολογικού νό­μου ο οποίος όμως έμεινε, όπως δηλώνει και ο τίτλος του,  «Σχέδιον Ψηφίσματος» γιατί η Κυβέρνηση δεν το επικύρωσε. Παρ’ όλα αυτά, όμως δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 1830 στη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος ή με τον αριθμό 953 εγκύκλιος του Καποδίστρια που αποτελεί και τον πρώτο ελληνικό αρ­χαιολογικό νόμο. Η θητεία του Μουστοξύδη δεν διήρκεσε πολύ. Μετά την δολοφονία του Καποδί­στρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 παραιτή­θηκε και έφυγε από την Αίγινα. Διώχθηκε από τους πολιτικούς αντιπάλους του Καποδίστρια και συκοφαντήθηκε με τρόπο άπρεπο και ανάξιο της φήμης του. Τον κατηγόρησαν ότι έλειπαν αρχαία αντικείμενα από το Εθνικό μουσείο και εκλήθη να τα αποδώσει. Η επιτροπή που ανέλαβε τον έλεγχο της υπόθεσης, αλλά και η έκθεση που απέστειλε ο Μουστοξύδης δεν άφησαν καμιά αμφιβολία για την αθωότητα του. Δύο μή­νες μετά την παραίτηση του Μουστοξύδη, τον Μάϊο του 1832, διορίστηκε υπεύθυνος του Μουσείου της Αίγινας ο Καρπενησιώτης ζωγράφος Αθανάσιος Ιατρίδης πρώην βοηθός του, ο οποίος δεν είχε γνώσεις ούτε  αρ­χαιολογίας, ούτε σχέση με αυτήν. Αρκετά χρόνια μετά το 1845, και ενώ ο Μουστοξύδης ήταν στην Κέρκυρα, οι πολιτικοί του αντίπαλοι στο πρόσωπο του πρωθυπουργού Ι. Κωλέττη του ζήτησαν «κἄν στέργῃ νά ἔλθη εἰς την σύν Θεῷ αὐτονομουμένην Ἑλλάδα, ὅταν ποτέ ἀποφασίση ἡ Κυβέρνησις να τον προσκαλέση» και αλλού «και ὡς διευθυντής τῶν ἀρχαιοτήτων και ὡς καθηγητής Λατινικῆς και Ἰταλικῆς φιλολογίας και ὡς πολλά ἄλλα ἐπιτηδευόμενος δύνασαι τά μέγιστα να ὠφελήσης την κοινήν Πατρίδα». Ο Μουστοξύδης όμως δεν δέχτηκε την νέα πρόταση και παρέμεινε στην Κέρκυρα.

Στην Κέρκυρα αφοσιώθηκε στη συγγραφή και στον αγώνα για την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Το 1833 εξελέγη αντιπρόσωπος και αμέσως Γερουσιαστής του τετάρτου Κοινοβουλίου, και αργότερα αρχηγός της Αντιπολίτευσης. Παρασημοφορήθηκε με το χρυσό Σταυρό του Σωτήρος από τον Όθωνα. Το 1849, στις πρώτες ελεύθερες εκλογές, ο λαός ψήφισε τον Μουστοξύδη αντιπρόσωπο και η Βουλή ομόφωνα πρόεδρο. Ο Μουστοξύδης όμως, αρνήθηκε, από μετριοφροσύνη. Ο Μουστοξύδης ήταν από τους πρώτους Έλληνες ιστοριογράφους που μελέτησαν με μεθοδικότητα και ακρίβεια την Ελληνική Ιστορία. Στο διάστημα 1843-1853 εξέδωσε το περιοδικό "Ελληνομνήμων ή Σύμμεικτα Ελληνικά". Άλλα έργα του είναι : "Ισοκράτους λόγος, Περί Αντιδόσεως", "Παρατηρήσεις τινές επί της Νέας Ελληνικής Γλώσσης", "΄Εκθεσις περί της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως", "Επιστολαί". Επίσης έγραψε  πολλές πραγματείες, μετέφρασε ξένους ιστορικούς και ποιητικά έργα και ,γενικά, άφησε ένα τεράστιο συγγραφικό και μεταφραστικό έργο.

Πέθανε στις 17 Ιουλίου 1860 στην Κέρκυρα και ετάφη στη Μονή της Πλατυτέρας όπου βρίσκεται και ο τάφος του Ι. Καποδίστρια.