῞Οταν ἐκτύπησε διάλειμμα, ὁ δάσκαλος ἐκάλεσε τὰ παιδιὰ καὶ μαζὶ μὲ αὐτὰ καὶ τὸν Δημητράκη.
- Ἕλα ἐδῶ, παιδάκι μου! Ἕτσι κάνουν, ὅταν ξεκινοῦν γιὰ τὸ σχολεῖο; Παίζουν ποτὲ στὴ μέση τοῦ δρόμου μὲ τοὺς βώλους;
- Δὲν ἔκαμα καλά, εἶπεν ὁ Δημητράκης φοβισμένα.
- Βέβαια δὲν ἔκαμες καλά. Λίγο ἔλειψε νὰ σὲ πατήσῃ τὸ ἄλογο. Ἅν δὲν εὑρισκόταν ἐκεῖνος ὁ καλὸς κύριος, θὰ μποροῦσες νὰ πάθῃς κακό.
Ὁ καημένος ὁ Δημητράκης ἐκοίταζε μὲ τὰ μεγάλα γαλανὰ μάτια του τὸν δάσκαλο, ἐκοίταζε καὶ τὰ παιδιά. Τώρα φαίνεται, πὼς ἐσκεπτόταν τὸν κίνδυνο. Ἡ Μαίρη, ἕνα ἔξυπνο κοριτσάκι, εἶπε:
- Καὶ ἄλλα παιδιά, κύριε, κάθονται στὴ μέση τοῦ δρόμου καὶ παίζουν. Καὶ αὐτὰ μπορεῖ νὰ τὰ πατήσῃ κανένα ἄλογο. Ἐγώ, ὅταν ξεκινῶ γιὰ τὸ σχολεῖο, ἔρχομαι ἴσια. Δὲν στέκομαι πουθενά, οὔτε στὰ μαγαζιὰ οὔτε στὴν ἀγορά.
- Καλὰ κάνεις, Μαίρη, τῆς εἶπεν ὁ δάσκαλος. Στοὺς δρόμους, ποὺ περνᾷ κόσμος καὶ αὐτοκίνητα, χρειάζεται προσοχή. Γίνονται πολλὰ δυστυχήματα στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δὲν προσέχουν.
῞Ενα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ εἶπε:
- Δὲν εἶναι καλά, κύριε, ὅταν βλέπωμε μικρούς, νὰ τοὺς παίρνωμε στὸ σχολεῖο μαζί μας;
- Εἶναι πολὺ καλὸ αὐτὸ καὶ νὰ τὸ κάνετε. Τὰ μικρὰ παιδιὰ ξεχνιοῦνται στὸ δρόμο. ᾽Εσεῖς, ποὺ εἶσθε μεγαλύτεροι, νὰ τοὑς ἔχετε σὰν ἀδελφάκια. Εἴδατε πόση ἀγάπη ἔδειξεν ὁ ξένος κύριος, ποὺ μᾶς ἔφερεν ἐδῶ τὸν Δημητράκη, εἶπεν ὁ δάσκαλος.
Πηγή: ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ Β' Δημοτικού 1963