Κάθε πρωϊ,ποὺ ξυπνᾷ ὁ Γιαννιὸς τρέχει πρῶτα στὴ μητερούλα του.
- Ξύπνησα, μητερούλα μου, τῆς λέγει καὶ τὴν ἀγκαλιάζει.
- Πήγαινε, Γιαννιέ μου, νὰ γίνῃς πρῶτα ὄμορφο παιδάκι καὶ ἔπειτα ἔρχεσαι.
Ὁ Γιαννιὸς καταλαβαίνει τί θέλει νὰ τοῦ ᾽πῆ καὶ πηγαίνει στὴ βρύση, τὴν ἀνοίγει καὶ βάζει κάτω τὸ κεφάλι του.
Ἇ! ἆ! ἆ! κάνει λίγες φορὲς καὶ ἀναπνέει βαθιά, ἅμα πέφτῃ τὸ νερὸ ἐπάνω του.
Ἔπειτα σαπουνίζεται καθαρά - καθαρά.
Τρίβει γερὰ τὰ χέρια, τὸ λαιμὸ καὶ τὸ κεφάλι του και γίνεται καθαρὸ παιδάκι.
Πῶς λάμπει τώρα τὸ προσωπάκι του! Καὶ πῶς ἔγινεν ἀλλοιώτικο παιδάκι μὲ τὸ σαπούνισμα!
῎Υστερα κτενίζεται, ντύνεται καὶ πηγαίνει στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Στέκεται μὲ εὐλάβεια καὶ κάνει τὴν πρωϊνή του προσευχή.
«Χριστέ μου! Σὲ εὐχαριστῶ, ποὺ μὲ ἐφύλαξες ὅλη τὴ νύκτα, νὰ μὴ πάθω κανένα κακό. Φύλαξέ με καὶ τὴν ἡμέρα, νὰ ἔχω ὑγεία. Χάρισε στοὺς γονεῖς μου ὑγεία καὶ φώτισέ μας νὰ κάνωμε πάντοτε τὸ θέλημά Σου».
Νά᾽ μαι τώρα ὄμορφο παιδάκι, λέει ὁ Γιαννιὸς σὲ λίγο στὴ μητερίτσα του.
Ὤ! Πῶς μοσχομυρίζει τὸ χρυσό μου! ἀπαντᾷ ἐκείνη!
Ἔπειτα τὸν φιλεῖ καὶ ἑτοιμάζει τὸ γαλατάκι του. Τί νόστιμο ποὺ εἶναι τὸ γάλα ἐκεῖνο μὲ τὸ σπιτικὸ παξιμάδι! Καὶ μὲ πόση ὄρεξι τὰ τρώγει ὁ Γιαννιός!
Ἔπειτα κάθεται στὸ τραπεζάκι του καὶ μελετᾷ. Καὶ ὅταν ἀκούῃ, πὼς κτυπᾷ ἡ καμπάνα, τρέχει μὲ χαρὰ στὸ σχολεῖο.
Πηγή: ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ Β' Δημοτικού 1963